Επέτειος του «ΟΧΙ», μεγάλη εθνική γιορτή, σήμερα. «Χρόνια πολλά», λοιπόν, από καρδιάς του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, αλλά αντί πανηγυρικού λόγω της ημέρας, σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε «γεύσεις» της ιταλογερμανικής κατοχής, παρασυρμένοι από τα «αλμυρά, σκέτη λύσσα!» προαπαιτούμενα που ψήφισε, ψηφίζει και θα ψηφίζει η Βουλή, Κύριος οίδε μέχρι πότε.
Επέτειος του «ΟΧΙ», μεγάλη εθνική γιορτή, σήμερα. «Χρόνια πολλά», λοιπόν, από καρδιάς του εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη, αλλά αντί πανηγυρικού λόγω της ημέρας, σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε «γεύσεις» της ιταλογερμανικής κατοχής, παρασυρμένοι από τα «αλμυρά, σκέτη λύσσα!» προαπαιτούμενα που ψήφισε, ψηφίζει και θα ψηφίζει η Βουλή, Κύριος οίδε μέχρι πότε.
Ναι, για(!), ακούστε και τον μικροσυνταξιούχο, «Μήτσο», αναφωνούντα: «Άκουα, άκουα! Μούλτο καπριτσιόζα η κουζίνα του Κουαρτέτου!», οπότε αναμένονται:
Μεγάλες δίψες.
Αναδρομή στο Αλβανικό Μέτωπο. Διότι, εκεί ο τότε φουστανελάς «Μήτσος», αναφωνώντας «αέεερα!», για να μην ξεχνιόμαστε, «λύσσαξε», εφ’ όπλου λόγχη τους Ιταλούς, όταν κίνησαν να κάνουν την Ελλάδα μια χαψιά, λέτε κι ήταν μακαρονάδα, «μιλανέζα» ή «καρμπονάρα», θα σας γελάσουμε.
Πού να ήξερε, όμως, ότι 65 χρόνια μετά, θα έπαιρναν αέρα τα μυαλά τού σοσιαλιστή Πρωθυπουργού τους, με αποτέλεσμα το προ τετραμήνου tweet που «μετέφραζε» το δίλημμα τού δημοψηφίσματος από «Αλέξης vs Θεσμών» σε «ευρώ ή δραχμή».
Το θυμάστε; Αν όχι, έχουμε και λέμε: Ο Ματέο Ρέντσι μπορεί να επιθυμεί, διακαώς, την παραμονή της Ελλάδος στην Ευρωζώνη αλλά ήταν αδύνατο να αφήσει αναπάντητα τα «πικάντικα» του εύζωνα και να λείπουν οι απορίες, όταν η σύζυγος τσιρίζει: «”Άκουες, Μήτσο μ’;” που έλεγα “ΟΧΙ” στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α; “Κολοκύθια!” “άκουες!”. Πλήρωνε, τώρα, ένα Μνημόνιο, να(!), με το συμπάθιο κιόλας!».
«Άκουα, θα πει νεράκι, μανδάμ. Οι βρύσες τρέχουν;» διευκρίνισε, ο παθός, και συνέχισε, άδοντας:
Αναπόφευκτα τα μέτρα,
μην τα καταριέσαι,
και ρωτώ ποια είν’ η αιτία
που παραπονιέσαι;
«Αν δεν το ‘κοψε, ο δόκτωρ Σόιμπλε, κάτι θα γίνει. Αλλιώς, ψάξε πηγάδι!» απάντησε εκείνη, διερωτώμενη ευλόγως:
Έπιασαν οι συριζαίοι
τα χαράτσια πάλι
και ζητάς, τρομάρα σου,
να σκύψω το κεφάλι;
Δυστυχώς, στο σημείο αυτό ο συζυγικός διάλογος διακόπηκε από φωνές στον πάνω όροφο της πολυκατοικίας – όχι η άνω κάτω δεξιά, εκλογής νέου αρχηγού ένεκεν. Η μονίμως down εργατική, τις αναδουλειές μέσα! – όπου…
Τα πιάτα είναι μούρλ(ι)α!
– Γιατί κλαίγεται ο κόσμος και μοιρολογάει, πατέρα,
γιατί Ευρώπη θέλουνε εκείνοι παραπέρα,
γιατί η μάνα «φόρτωσε» και άχρηστο σε λέει,
γιατί δεν έχουμε λεφτά κι είμεθα πειναλέοι;
– Τώρα, τι να σου εξηγώ, καημένο μου παιδάκι,
συντάχτηκα, αναφανδόν, με τ’ «ΟΧΙ» Βαρουφάκη,
κι έκτοτε τρέχω, άνεργος, πάνω στο μηχανάκι,
για «ένα πουκάμισο αδειανό», για μια μπουκιά ψωμάκι.
– Κάπου υπάρχουνε φαγιά, μα δεν ξέρω πού,
κάποιοι «καρεκλοκένταυροι» ταράζουν τα ραγού,
κάπως οι «χρυσοκάνθαροι» νέμονται τα φιλέτα,
κι η δόλια η φτωχολογιά λησμόνησε τη φέτα.
– Δεν ήξερες, δεν ρώταγες, καημένο μου παιδάκι,
αυτά που ονειρεύεσαι θέλουνε παραδάκι,
όμως εμείς πενόμεθα κι έχουμε γίνει ράκη,
απ’ τη λιτή διατροφή, με δυο σταλιές λαδάκι,
να έχω τη μητέρα σου να στάζει το «φαρμάκι».
– Κάπου φαγάκι ψήνουνε, κοτόπουλο μυρίζει,
πατέρα, η κοιλίτσα μου, άκου, πώς γουργουρίζει,
μανέστρα μοσχοβόλησε, μα δεν ξέρω πού,
κι άμα το βρω, τ’ ορκίζομαι, να φάω τ’ αλλουνού.
– Αφήστε τη συζήτηση κι οι δυο, βρε τζερεμέδες,
ξύπνησε μέσα σας ο Μποστ και θέλετε κιοφτέδες;
Να ‘ναι καλά οι παππούδες μας που έχουν ζαρζαβάτι,
κι αντί «να σκίζουμε γατιά», θα είμαστε χορτάτοι.
Αναγνώστες μου, καλή χώνεψη, βρε θηρία, και πού είστε; Του χρόνου καλύτερα!…
-Ω-