Του Αδάμου Ευαγγέλου
Το τελευταίο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση φέρεται να προωθεί σχέδιο, επιστροφής της χώρας στις αγορές.
Γι αυτό το λόγο, προκειμένου να προσελκύσουν επενδυτές η κυβέρνηση , θεωρεί ότι μια έκδοση ομολόγων μπορεί να αποτελέσει το διαβατήριο για την σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα. Όμως υπάρχουν πολλοί που βλέπουν την όλη προσπάθεια έως και σαν … ανέκδοτο μιας και οι ξένοι επενδυτές δείχνουν τη σαφή απόσταση τους από οποιονδήποτε ελληνικό τίτλο, αφού αυτήν τη χρονική περίοδο δεν βρίσκουν κανένα κίνητρο για να επενδύσουν.
Η στασιμότητα που παρατηρείται, λόγω πολιτικής βούλησης για ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, δεν ενεργοποιεί το επενδυτικό ενδιαφέρον, με αποτέλεσμα τα ομόλογα της κυβέρνησης να έχουν τις χειρότερες αποδόσεις συγκριτικά με άλλα ευρωπαϊκά κυβερνητικά ομόλογα. Οπότε όσο οι αποδόσεις παραμένουν σε αρνητικά επίπεδα, ο στόχος της Ελλάδας να βγει στις αγορές ομολόγων την επόμενη χρονιά, θα παραμένει μακρινός.
Παραμένει μακρινός ο στόχος, επειδή η κυβέρνηση δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα στις δεσμεύσεις της, για δομικές μεταρρυθμίσεις, ώστε η επίτευξη μιας διατηρήσιμης οικονομικής ανάκαμψης, να παραμένει ένα άλυτο ζήτημα, ένα ζήτημα που περιορίζει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με συνέπεια να αναζωπυρώνεται η αβεβαιότητα, να υπονομεύεται το κλίμα εμπιστοσύνης και να εξασθενούν οι προοπτικές οριστικής εξόδου από την κρίση.
Επομένως αυτή τη χρονική περίοδο η Ελλάδα δεν μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις που απαιτούν μεγάλα και μακροπρόθεσμα κεφάλαια. Έτσι το ενδεχόμενο να βγει η χώρα στις αγορές απομακρύνεται, δυσκολεύοντας τον στόχο για κάλυψη του συνόλου των δανειακών της αναγκών από τις αγορές. Ήρα η όλη αναφορά τον τελευταίο καιρό για έξοδο στις διεθνείς αγορές μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια επικοινωνιακή χίμαιρα, μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα επικοινωνιακό μήνυμα ελπίδας που προσφέρεται στον ελληνικό λαό για λαϊκή κατανάλωση.
Ισως αρκετοί από τους κυβερνώντες να μην αντιλαμβάνονται την ακριβή οικονομική θέση της χώρας, αφού επιμένουν ότι πρέπει να γυρίσουμε στις αγορές, παραβλέποντας ότι οι δανειστές μας δανείζουν με ένα επιτόκιο της τάξης των 6% και 7%, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι όλοι οι άλλοι παράγοντες – αξιολόγηση, χρέος – κ.λ.π θα πρέπει να λειτουργούν υποβοηθητικά και όχι αρνητικά για το κλίμα στις αγορές έναντι της ελληνικής οικονομίας.
Γι αυτό καλό θα ήταν να ολοκληρωθεί η διαδικασία που έχει συμφωνηθεί με τους θεσμούς, ώστε να παγιωθεί το θετικό αποτέλεσμα της επικείμενης αξιολόγησης, η οποία για μια ακόμη φορά καθυστερεί. Η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα οδηγούσε σε λήψη μέτρων ελάφρυνσης του χρέους, θα το καθιστούσε βιώσιμο και θα έδινε το δικαίωμα στη χώρα να βγει δοκιμαστικά στις αγορές.
Δεν πρέπει λοιπόν να χαθεί άλλος χρόνος σε μακρόσυρτες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις που δεν οδηγούν πουθενά, παρά μόνο στον εκτροχιασμό του προγράμματος και της χώρας. Οι ιθύνοντες πρέπει να πράξουν τολμηρά και καθαρά, γιατί μόνο τότε μπορούν να ελπίζουν στη διεθνή βοήθεια.
Ακόμη πρέπει να γνωρίζουν, ότι οι αγορές δεν διακατέχονται από αισθήματα αλληλεγγύης προς τους αναξιοπαθούντες λαούς. Κινούνται με γνώμονα πάντα το κέρδος και αυτό κανείς δεν πρέπει να το ξεχνά.