Γράφει ο Βασίλης Μόσχης
– Πάλι μπερδεύομαι!
– Άρχισες πάλι! Με τίποτα δεν είσαι ευχαριστημένος!
– Ποιος το είπε αυτό;
– Εγώ στο λέω! Κάτι μας είπες κι εσύ!
– Έτσι από δω, σου ξινίζει από κει, έλεος πια αποφάσισε τέλος πάντων!
– Ρε, μη με βγάζεις χαζό τώρα! Έχω δίκιο και το ξέρω. Αυτό που με βασανίζει…
– Ναι, σιγά μην σε βασανίζουμε κιόλας, άντε μην βγάλουμε και τα μαστίγια τώρα κι αρχίσουμε πάρε και τούτην πάρε και την άλλη…
– Ηρέμησε, ηρέμησε… Κοίτα να δεις τώρα… Πόσες φορές έχεις ακούσει πάει χάνεται η ΔΕΗ, πάει σβήνει η ΔΕΗ, πάει στο πυρ το εξώτερον, μπήκε μέσα, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια της…
– Αμάν βρε, να ψάξω να βρω τις γκαζόλαμπες, που να τις έχω άραγε, θα τις βρω, μην βρεθούμε ξαφνικά στο σκοτάδι…
– Και μετά από όλα αυτά, κυκλοφορεί και οπλοφορεί το κλασικό πια… αύξηση τιμών στο ρεύμα!
– Αμάν βρε, έτσι ακούστηκε; Την βάψαμε!
– Θυμάσαι πάλι, πάει το ΤΕΒΕ, άδεια ταμεία στο ΤΕΒΕ, δεν θα πληρωθούν οι συντάξεις, δεν υπάρχουν λεφτά, μόνο για ένα μήνα οι συντάξεις, μόνο για δυο μήνες οι συντάξεις, μόνο για τρεις μήνες οι συντάξεις και να σου ο πανικός πάνω από την όμορφη πόλη! Τι να σου κάνει και ο καημένος ο πληβείος; Λουφάζει μέσα στην κακομοιριά του, στη μιζέρια του και κλαίει τη μοίρα του μοναχούλης, αχ Θεούλη μου βοήθα και μένα τον φτωχούλη που σε λίγο δεν θα έχω που την κεφαλήν κλίνη, βάλε κι άλλο πιάτο στο τραπέζι δηλαδή, διότι όλο και κάποιος θα σου χτυπήσει την πόρτα, ποια πόρτα δηλαδή, μια κουρελού αιωρείται στο μπες βγες, μέχρι να πλακώσουν τα κρύα για να καρφώσω τις παλέτες πάνω στο κάσωμα γιατί μην το γελάς, οι ανεμοστρόβιλοι ήρθαν και στην χώρα μας πια, θες να τα πάρει όλα και να τα σηκώσει και να μπει μέσα και να αρχίσει πάρε και τούτην πάρε και την άλλη… Έλεος πια! Δεν είναι ζωή αυτή, δεν είναι καθημερινότητα αυτή, θέλω να αλλάξω χώρα, θέλω να αλλάξω πουκάμισο αλλά δεν μπορώ, φοβάμαι πάνω στην αλλαγή μη μου σχιστεί γιατί έχει φθαρεί τόσο πολύ που μπορεί να γίνει χίλια κομμάτια….
– Μη στενοχωριέσαι… Στο LIDL έχει πάμφθηνα! Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε!