Του Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης
Συνέχεια του Προηγουμένου: Κατά το ΚΚΕ, η επίθεση εναντίον του Σταθμού Χωροφυλακής Λιτοχώρου (30 – 31/3/1946) έγινε για να «…δοθεί ένα σκληρό μάθημα σε ομάδα «ταγματασφαλιτών» που τρομοκρατούσε την περιοχή». Αντί αυτών, όμως, είχαν επιτεθεί εναντίον του Κράτους σκοτώνοντας εννέα χωροφύλακες, που είχαν φθάσει μερικές ώρες πριν στο χωριό και τρεις φαντάρους, που όλοι τους είχαν σταλθεί για την τήρηση της τάξης στις εκλογές.
Τα αποτελέσματα των εκλογών
Οι εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946 πραγματοποιήθηκαν κανονικά σε όλη την χώρα και υπό την παρουσία των περίπου 1.200 παρατηρητών των Συμμάχων, που προβλέπονταν και από την Συμφωνία της Βάρκιζας, ώστε να διασφαλιστεί η εγκυρότητά τους. Να σημειώσουμε ότι οι Σοβιετικοί δεν έστειλαν παρατηρητές, αν και είχαν κληθεί, με την δικαιολογία ότι αυτό θα σήμαινε επέμβαση στα «εσωτερικά μιας άλλης χώρας». Η αλήθεια όμως είναι ότι η Σοβιετική Ένωση δεν έστειλε εκπροσώπους στις εκλογές για να μην ζητήσουν οι άλλοι τότε σύμμαχοι να στείλουν παρατηρητές στις εκλογές που θα γινόταν στη Βουλγαρία, Ρουμανία, Τσεχοσλοβακία κλπ, δηλαδή σε χώρες όπου ήταν υπό την επιρροή των Σοβιετικών.
Η Επιτροπή ξένων παρατηρητών που ονομαζόταν ΑΜFOGE (Applied Mission for Observation of Greek Elestions) και βρισκόταν στην Ελλάδα από το τέλος του 1945, είχε την ευκαιρία να εποπτεύσει τον έλεγχο εκλογικών καταλόγων (π.χ. εγγραφή νέων εκλογέων, αναθεώρηση κλπ), να προχωρήσει σε πραγματοποίηση επιθεωρήσεων και να συμμετάσχει σε συσκέψεις με θέμα την οργάνωση των εκλογών κλπ.
Με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών, ο συνασπισμός που είχε συγκροτήσει το Λαϊκό Κόμμα, η Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων, στην οποία συμμετείχαν άλλα δύο βενιζελογενούς προέλευσης κόμματα, συγκέντρωσε το 55.1% των ψήφων και εξασφάλισε 206 έδρες, από το σύνολο των 354 εδρών. Το εκλογικό σύστημα, όπως είπαμε, ήταν η απλή αναλογική. Από τις έδρες αυτές, τις 156 τις πήρε το Λαϊκό Κόμμα, τις 34 το Κόμμα Εθνικών Φιλελευθέρων υπό τον Στυλ. Γονατά, τις 5 το Μεταρρυθμιστικό Κόμμα υπό τον Αλεξανδρή και τις υπόλοιπες 11 διάφοροι μεμονωμένοι και συνεργαζόμενοι υποψήφιοι. Ο συνασπισμός αυτός της Δεξιάς επικράτησε όχι μόνον σε περιοχές που θεωρούνταν κάστρα του αντιβενιζελισμού, αλλά και στη Μακεδονία και τη Θράκη, όπου κυρίως λόγω των προσφύγων επικρατούσε ο βενιζελισμός. Η ευρύτερη Δεξιά επικράτησε και στην Ήπειρο, όπου το Εθνικό Κόμμα του Στρατηγού Ναπ. Ζέρβα εξασφάλισε εκεί την πρώτη θέση (πανελλαδικά το Εθνικό Κόμμα έλαβε 5.9% και 20 έδρες), επικράτησε όμως και στην Αρκαδία όπου το κόμμα της Ενώσεως Εθνικοφρόνων υπό τον Θ. Τουρκοβασίλη ήλθε εκεί επίσης πρώτο (πανελλαδικά η Ένωση Εθνικοφρόνων έλαβε 2.9% και 9 έδρες). Έτσι, συνολικά η Δεξιά απέσπασε το 63.9% των ψήφων και 235 έδρες από τις 354.
Δεύτερος ήλθε ο συνασπισμός των κομμάτων του Κέντρου, η Εθνική Πολιτική Ένωση, που έλαβε το 19,3% των ψήφων και εξέλεξε 68 Βουλευτές. Αναλύοντας αυτό το αποτέλεσμα υπολογίστηκε ότι στο Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα (ΣΔΚ) του Παπανδρέου αντιστοιχούσε περίπου το 8% των ψήφων και 27 έδρες, στο Κόμμα Βενιζελικών Φιλελευθέρων του Σοφ. Βενιζέλου αντιστοιχούσε το 8%, επίσης, αλλά με 30 έδρες, καθώς και στο Εθνικό Ενωτικό Κόμμα υπό τον Κανελλόπουλο, που αντιστοιχούσε το 3% και 6 έδρες.
Την Τρίτη θέση κατέλαβε το Κόμμα των Φιλελευθέρων υπό τον Θεμ. Σοφούλη με μόνο 14,4% των ψήφων, εκλέγοντας 48 Βουλευτές.
Την επόμενη των εκλογών που μάλιστα ήταν και …πρωταπριλιά (!), Δευτέρα 1η Απριλίου 1946, όταν άρχισαν να ανακοινώνονται τα αποτελέσματα, αυτά έμοιαζαν σαν «πρωταπριλιάτικο αστείο» καθώς η άκρα Αριστερά εμφανίστηκε να διεκδικεί με θόρυβο τη νίκη στις εκλογές που όμως δεν συμμετείχε, στις εκλογές από τις οποίες απείχε επειδή, όπως ισχυρίζονταν, δεν θα ήταν έντιμες, θα ήταν αποτέλεσμα βίας, νοθείας κλπ. Εμφανίστηκε, λοιπόν, σαν νικήτρια των εκλογών (!) οικειοποιούμενη την ΑΠΟΧΗ, το ύψος της οποίας το παρουσίαζε όπως την συνέφερε. Οι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους του Μαρτίου του ‘46 ανέρχονταν στους 1.850.000. Ψήφισαν 1.220.000.
Οι εκλογικοί κατάλογοι είχαν συμπληρωθεί με την εγγραφή νέων ψηφοφόρων. Αυτό έγινε με την προτροπή και των κομμάτων, με πρώτο-πρώτο το ΚΚΕ/ΕΑΜ που ζήτησε, όπως είπαμε, από τα μέλη του να προστρέξουν και να εγγραφούν «μαζικά» (ΛΥΜΠΕΡΑΤΟΣ, 2008, σελ. 124). Όμως οι εκλογικοί κατάλογοι είχαν μερικώς μόνο αναθεωρηθεί αφού παρά πολλοί από τους θανόντες κατά την περίοδο της κατοχής, είτε λόγω πείνας, ασθενειών, εκτελέσεων από τους Γερμανούς, είτε λόγω απωλειών κατά τον Κατοχικό Εμφύλιο, αλλά και στη συνέχεια λόγω των Δεκεμβριανών κλπ καθώς και λόγω των γενικότερων συνθηκών που επικρατούσαν τότε, δεν είχαν διαγραφεί. Και, ασφαλώς, οι θανόντες της περιόδου 1940-45 ήταν περισσότεροι απ’ ό,τι σε ειρηνικές περιόδους. Για το θέμα της μερικής αναθεώρησης των εκλογικών καταλόγων που ήταν γνωστό από τότε, η άκρα Αριστερά δεν αντέδρασε και δεν επέδειξε κανένα ενδιαφέρον ίσως γιατί θεωρούσε αφενός μεν πως δεν θα ήταν εύκολο να εμφανιστούν στις εκλογικές επιτροπές άτομα με βιβλιάρια νεκρών με στόχο να ψηφίσουν, αφετέρου δε, ίσως, γιατί θα της ήταν εύκολο να τους διεκδικήσει όλους αυτούς υπέρ αυτής, δηλαδή να ισχυριστεί ότι τα άτομα αυτά ζούσαν αλλά δεν είχαν πάει να ψηφίσουν απέχοντας με την προτροπή του ΚΚΕ από τις εκλογές!! Άλλωστε, στην περίπτωση αυτή, οι νεκροί δεν μπορούσαν να αντιδράσουν σ’ αυτό το ψέμα!! Έτσι το ΚΚΕ διεκδικούσε πέραν της πραγματικής αποχής, πολιτικής και φυσιολογικής, και όλους εκείνους που είχαν πεθάνει από το 1940 έως το 1945 (ελληνοϊταλικός πόλεμος, κατοχή, Δεκεμβριανά)… Διεκδίκησε, λοιπόν, πέραν της όποιας πολιτικής αποχής και τη φυσιολογική αποχή, εκείνων που λόγω ακριβώς των συνθηκών της κατοχής μετοίκησαν στην ύπαιθρο και δεν ήταν εύκολο (δεν υπήρχαν δρόμοι, αυτοκίνητα, τραίνα) να πάνε να ψηφίσουν. Οικειοποιήθηκε η άκρα Αριστερά και την πολιτική αποχή εκείνων των αστών πολιτικών που είχαν ήδη δηλώσει ότι θα απέχουν (Τσουδερός, Καφαντάρης, Καρτάλης κλπ., αλλά και των πρώην συμμάχων της, Σβώλου και Τσιριμώκου). Όλα στο ίδιο «σακί»!!. Και μάλιστα, η άκρα Αριστερά, για να «βγάλει» την αποχή με ασφάλεια πάνω από το 50% ανέβαζε τους εγγεγραμμένους σε 2.111.000!! (ΖΑΟΥΣΗΣ, 1992).
Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά δεδομένα, ο αριθμός του 1.850.000 εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους, ήταν πλασματικός γιατί δεν έγινε πλήρης αναθεώρηση των εκλογικών καταλόγων δηλαδή διαγραφή των νεκρών της δεκαετίας 1936-1946 κατά την οποία δεν έγιναν εκλογές στην Ελλάδα! Και επομένως η πραγματική αποχή, πολιτική και φυσιολογική, ήταν κατώτερη εκείνης που έλεγε και παρουσίαζε το ΚΚΕ/ΕΑΜ τουλάχιστον κατά τους νεκρούς της προηγούμενης δεκαετίας. Ο αριθμός του 1.220.000 που τελικά ψήφισαν ήταν ένας λογικός αριθμός στον οποίο αν προσθέσουμε αυτούς που δεν αφαιρέθηκαν από τους εκλογικούς λόγω θανάτου και εκείνους που για αντικειμενικούς λόγους (δυσκολία μετακίνησης στους τόπους ψηφοφορίας) δεν προσήλθαν στις εκλογές, αλλά και τους περίπου 100.000 άνδρες του Στρατού και των Σωμάτων ασφαλείας που δεν μπορούσαν να ψηφίσουν αν υπηρετούσαν εκτός της εκλογικής τους περιφέρειας ανεβάζουν τη συνολική αποχή για πολιτικούς λόγους (για το σύνολο των πολιτικών και των κομμάτων που απείχαν και όχι μόνον της Άκρας Αριστεράς) σε ένα ποσοστό 20-25%. Η εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ανέβαζε την αποχή γύρω στο 20% και χαρακτήριζε το αποτέλεσμα των εκλογών σαν «συντριβή της Άκρας Αριστεράς».
Η ΑΜFOGE, εξάλλου, μετά από μια πολύ λεπτομερή έρευνα των εκλογικών καταλόγων, δήλωσε ότι το 78% των εγγεγραμμένων ήταν ασφαλώς έγκυρο, το 13% άκυρο (νεκροί), το 9% αμφίβολο. Υπολόγιζε ότι η αποχή για λόγους πολιτικούς κυμαινόταν μεταξύ 10 και 20% κατά μέγιστο όριο, με πιθανότερο ποσοστό 15%.» (ΑΒΕΡΩΦ-ΤΟΣΙΤΣΑ, 2011(1974), σελ. 188). Με άλλα λόγια, το 13% των νεκρών που δεν είχαν αφαιρεθεί από τους εκλογικούς καταλόγους, αντιστοιχούσε σε έναν αριθμό 240.500 εγγεγραμμένων!! Όλους αυτούς τους νεκρούς που δεν διαγράφτηκαν από τους καταλόγους, το ΚΚΕ τους θεωρούσε ζωντανούς και οπαδούς του που απείχαν από τις εκλογές! Στην τελική έκθεση που υπέβαλε η ΑΜFOGE στις τρεις κυβερνήσεις των συμμαχικών χωρών που εκπροσωπούσαν, ανέφερε: «παρά την ένταση.. οι συνθήκες ήταν τέτοιες, ώστε εγγυώντο την καλή διεξαγωγή των εκλογών. Ότι οι εκλογικές διαδικασίες στο σύνολό τους, ήσαν ελεύθερες και δίκαιες, ότι το γενικό αποτέλεσμα αντιπροσώπευε μια αληθινή και έγκυρη απόφαση του Ελληνικού λαού.» (ΑΒΕΡΩΦ-ΤΟΣΙΤΣΑ, 2011(1974), σελ. 189).
Συνεχίζεται