Σφήνες του Αφεντούλη
«Οι Γερμανοί επανερχόμενοι εις την Ελλάδα οικονομικώς θα μας διαλύσουν όπως διέλυσαν το Καμερούν!» εκτιμούσε την άνοιξη του 2012 η στήλη, αναγνώστες μου, αντιγράφοντας από βήματος Κοινοβουλίου πεπαλαιωμένη αγόρευση του Κομνηνού Πυρομάγλου που είχε υπενθυμίσει με άρθρο του, ο Γιώργος Ρωμαίος.
Ναι, για(!), κι ο πενόμενος χαμηλοσυνταξιούχος, «Μήτσος», παρασυρμένος από τον μειωτικό για τις αφεντιές μας τίτλο να μην προσπαθεί να φωτίσει τα ευκόλως εννοούμενα, αναφωνών: «Είμαι κι εγώ Καμερουνέζος!!!».
Διότι, παρόμοιες πρακτικές εκτός του ότι σπαταλούν τον περιορισμένο χώρο μας οδηγούν και στην αγένεια να κρατάμε σε αναμονή τον πρώτο διδάξαντα έμμετρο πολιτικό σχολιασμό, Μποστ, που έσπευσε να παράσχει «κλίμα» όσων συνέβησαν προς τα τέλη της δεκαετίας του ’50, επισημαίνοντας σε διορθωτική της ορθογραφίας παράφραση εμπειροτέχνη πολιτικού αναλυτή, θείου Αφεντούλη:
Πάμε στο άγνωστο για μάρκα με ελπίδα,
να ζητιανέψουμε σε τόπους μακρινούς,
να ορθοποδήσουμε πριν έλθει καταιγίδα
και αμνηστεύουμε και άλλους Γερμανούς.
Σκίσον(!) πλοίο τα πελάγη,
Βόννη, η γιατρειά στα άγη,
Σκίστε(!) τα νερά προπέλες,
αραχνιάσαν οι μασέλες,
και πριν ο «Μήτσος» πεταχτεί εκ νέου, μισό να πούμε εν τάχει, προς αποφυγή τυχόν αποριών, ότι της «σχεδίας πενταετούς σωτηρίας» στο αξίας 1 δραχμής γραμματόσημο με τους κοφτερούς οδόντας, από τη σειρά «Ναυτιλία των Μασσάου!!!», επέβαινε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αιτούμενος γερμανικό δανεισμό και υποστήριξη του αιτήματος να αποτελέσουμε μέλος της τότε ΕΟΚ, νυν ΕΕ, στο καπάκι της αμνήστευσης του κατοχικού «δήμιου» της συμπρωτεύουσας, Μαξ Μέρτεν, από την κυβέρνηση της ΕΡΕ, τυχαίο, αναγνώστες μου;
Δεν νομίζω(!), κι ο πενόμενος να σταματήσει επί τέλους τα «παράσιτα», διερωτώμενος: «Τι λες βρε θηρίον; Κι άλλοι Γερμανοί έτυχαν αποφυλακιστηρίων; Έλα Χριστέ και μη χειρότερα. Δεν δίνουν άφεση αμαρτιών και στον μικροοφειλέτη μπατζανάκη για χαρίσματα ορθότερα;», καθόσον, εντάξει, τα μνημονιακά κουβέρνα ουδένα αμνήστευσαν, παραδεχόμαστε.
Ωστόσο, υπό τις εκβιαστικές απαιτήσεις του δόκτορος Σόιμπλε, υποθήκευσαν και υποθηκεύουν δημόσια περιουσία ή άλλους πόρους, καθιστώντας οδυνηρότερη την εθνική ταπείνωση που αναντιλέκτως συνεπάγεται η διά πολιτικών πράξεων ή παραλείψεων οικονομική χρεοκοπία, άκουσες «Μήτσε»;
«Αν μου επιθυμήσατε “Κροκοντιλ!” – όχι το μυθιστόρημα. Νουβέλες θα συγγράφουμε τέτοιες δύσκολες ώρες να γίνει καμιά “στραβή” που είπε ο επί της Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννης Μπαλάφας, και με τα ερπετά να την πέφτουν σε τίποτα νοτιοαμερικανικές φαβέλες, κλαύ’ τα φτωχαδάκια! Η συμφωνία, αγγλιστί «deal», του Λουξεμβούργου, αμφιβάλλει κανείς;… – ακολουθούν οδηγίες προς ναυτιλλομένους εν τω άμα» αναφώνησε ο πενόμενος, αναγνώστες μου, και συνέχισε, α λα Μποστ, απαγγέλλοντας την ωδή:
Μπούσουλας ταχείας περαίωσης εργασιών δι’ απεσταλμένων υγιών.
Ταξιδεύοντας Γερμανία να ζητάμε δανεικά,
σπανίζουν λέοντες, καρχαρίες και λοιπά αρπακτικά,
αφού οι κερδοσκόποι τ’ αφανίζουν
με τα δέρματά τους να πλουτίζουν,
και το πολύ – πολύ πέριξ του Βερολίνου
να ενσκήψει θέα κροκοδείλου.
Όμως κι αυτός τον χαρτοφύλακα θα κάνει,
κι αν στα χέρια δόκτορος τυγχάνει,
ποιος ξέρει το άδικο να αποδείξει,
«ψάλλων» τα πάθη μας η υφήλιος να φρύξει,
ώστε για να μη βγουν περισσότερα στη φόρα
να λάβει πιστωτών τα δώρα,
ο «κροκόδειλος» ν’ ανοίξει,
το «κιου – ι» να μας εκπλήξει(;),
έλα μου, ντε, άγνωστο προσώρας το σωτήριο «ποίημα», βρε θηρία(!), οπότε βάλτε τα δυνατά, θούρια να μεταδώσουμε, τις ταπεινώσεις να γλιτώσουμε, αμ πώς!…
-Ω-