Γράφει ο Γεώργιος Δουλδούρας, Διεθνολόγος
Η νέα δεκαετία εκκινεί με τη μεγάλη είδηση της υπογραφής της διακρατικής συμφωνίας για την υλοποίησης του αγωγού EastMed, γεγονός το οποίο έλαβε χώρα στις στις 2 Ιανουαρίου 2020, στο Ζάππειο Μέγαρο, από τους πρωθυπουργούς της Ελλάδας και του Ισραήλ Κυριάκο Μητσοτάκη και Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη. Τι είναι ο EastMed; Πρόκειται για τον διασυνδετήριο αγωγό Eastern Mediterranean που ως στόχο έχει την απευθείας μεταφορά φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Φυσικού Αερίου, μέσω της Ελλάδας. Ακολουθώντας υποθαλάσσια όδευση προς την Κύπρο, στη συνέχεια προς τις ακτές της Κρήτης και κατόπιν, μέσω της Πελοποννήσου και της Δυτικής Ελλάδας, ως τις ακτές της Θεσπρωτίας και την Ιταλία.
Στις 7 Ιανουαρίου 2013 γίνεται η πρώτη σημαντική προσέγγιση Ελλάδας – Ισραήλ, με τον τότε Πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά και συνοδεία επτά Υπουργών να υπογράφουν μία σειρά από συμφωνίες και πρωτόκολλα συνεργασίας, μεταξύ αυτών και την κοινή διακήρυξη για συνεργασία στον τομέα της ενέργειας. Στις 18 Ιανουαρίου 2016 λαμβάνει χώρα η 1η συνάντηση κορυφής Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, η οποία είχε ως σκοπό να εστιάσει κυρίως στην ενεργειακή συνεργασία. Έτσι, το κράτος μας εισέρχεται σε ένα νέο συμμαχικό τρίγωνο, το οποίο έρχεται να εκκινήσει την αναβάθμιση της θέσης της Ελλάδας στο χώρο της ΝοτιοΑνατολικής Μεσογείου. Η συμφωνία για το διασυνδετήριο αγωγό EastMed έρχεται ως πλήρωση των στόχων αυτής της συνεργασίας σε ένα πρώτο σημαντικό επίπεδο, με την Ελλάδα να εμφανίζεται ως κόμβος μεταφοράς φυσικού αερίου από την ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρωπαϊκή ήπειρο.
Η συμφωνία δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση μια συμφωνία στρατιωτικής υφής. Μας επιτρέπεται να πούμε ότι η συμφωνία για τον EastMed δημιουργεί στρατηγικά και όχι στρατιωτικά πλεονεκτήματα, καθώς, για παράδειγμα, δεν έρχεται να αντιτεθεί στο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης σχετικά με τις θαλάσσιες ζώνες αλλά αντ’ αυτού το αγνοεί εντελώς, σαν να μην υφίσταται.
Oι πρωθυπουργοί Ελλάδας και Ισραήλ καθώς και ο Πρόεδρος της Κύπρου δήλωσαν κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου ότι η συμφωνία αυτή δεν στρέφεται εναντίων οποιουδήποτε κράτους, ούτε αποτελεί απειλή. Παρόλα αυτά, υπήρξε η οργισμένη αντίδραση της Άγκυρας, η οποία βλέπει τα αναθεωρητικά της σχέδια να προσκρούουν διαρκώς σε ένα “τείχος” ήπιας ισχύος, λόγω των διπλωματικών χειρισμών της ελληνικής κυβέρνησης αλλά και της γενικότερης αστάθειας, αμφισβήτησης και καχυποψίας που προκαλεί στη Δύση η αμετροέπεια του Ερντογάν, στην οποία έχει παγιδευτεί. Παρά την μέχρι τώρα επιτυχημένη εξωτερική πολιτική την οποία ασκούσε.
Σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα μέσω της διπλωματίας, η οποία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους καταλύτες για την επιβίωση ενός κράτους, έρχεται μέσα σε μία κατάσταση αρνητικού συσχετισμού, να ενεργοποιήσει το διπλωματικό της μηχανισμό προς την κατεύθυνση της οικοδόμησης συνεργασιών με σημαντικούς περιφερειακούς δρώντες όπως το Ισραήλ, η Κύπρος και η Αίγυπτος. Βρισκόμαστε σαφώς σε μία διαδικασία βελτίωσης των συσχετισμών ισχύος έναντι του αναθεωρητικού γείτονος κράτους και εξισορρόπησης των φορτίων ισχύος που η Τουρκία διαθέτει. Η σταθερότητα που η Ελλάδα επιδεικνύει, οι καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τους περιφερειακούς δρώντες που προαναφέρθηκαν αλλά και η οικοδόμηση αυξημένων σχέσεων με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, πάγιου αντιπάλου της Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, οι οποίες έχουν εκκινήσει, τοποθετούν την Ελλάδα για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες σε μία πλεονεκτική θέση στη διεθνή αρένα και στη ΝοτιοΑνατολική Μεσόγειο. Ιδιαίτερα σε αυτή την περίοδο κρίσης στο χώρο της Μέσης Ανατολής και την ΝοτιοΑνατολικής Μεσογείου. Φυσικά, όλα αυτά είναι μόνο η αρχή μιας διαρκούς και σταθερής πορείας, η οποία οφείλει να ακολουθηθεί, στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής του κράτους μας.
Γεώργιος Δουλδούρας
Διεθνολόγος
Υπεύθυνος Πολιτικού Σχεδιασμού ΟΝΝΕΔ Πιερίας