Η ατρόμητη νεαρή νομάρχης, η βουλευτής, η επίτροπος, η υπέρμαχος της Ευρώπης, η υπουργός Παιδείας που έσπειρε το σπόρο της μεταρρύθμισης. Υπάρχει όμως μια γοητευτική ιδιότητα της Ελληνίδας πολιτικού που μας διέφευγε και την αποκάλυψε στο νέο της βιβλίο και στο Marie Claire: περιπετειώδης οδηγός ενός Ντεσεβό σε ένα roadtrip προς το μέλλον.
Tο θαυμασμό μου για την Άννα Διαμαντοπούλου αρχικά τον κληρονόμησα και μετά τον έκανα δικό μου, πριν από λίγες εβδομάδες μέσα σε ένα γαλάζιο Ντεσεβό. Ξέρω ότι ο αναγνώστης αδιαφορεί για τις συναισθηματικές φλυαρίες των δημοσιογράφων σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά είναι αδύνατον να γράψω αυτή τη συνέντευξη χωρίς να θυμηθώ τη χαρακτηριστική χροιά που έπαιρνε η φωνή του πατέρα μου κάθε φορά που πρόφερε το όνομά της, χροιά που επεφύλασσε για εκείνους που εκτιμούσε, πολιτικούς συντρόφους αλλά και αντιπάλους.
Έτσι «η Άννα» έγινε, καθώς ενηλικιωνόμουν, η ενσάρκωση της τέλειας γυναίκας: νέα, όμορφη και σοβαρή, πολιτικός μηχανικός (όπως σχεδόν όλοι στην οικογένειά μου) και με αρκετά γερό στομάχι ώστε να ασχοληθεί με τα κοινά (στο σπίτι μας η ενασχόληση με τα κοινά ήταν η αυτονόητη αποστολή στη ζωή). Με έμφυτη αποστροφή προς το λαϊκισμό και αντ’ αυτού επιλέγοντας το δύσκολο δρόμο της τεχνοκρατικής προσέγγισης στην πολιτική, η 26χρονη νομάρχης Καστοριάς υπήρξε στη συνέχεια για 11 χρόνια μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου με το ΠΑΣΟΚ, ακούραστη επίτροπος Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνεπής φεμινίστρια και, όπως παραδέχονται πολλοί, η καλύτερη υπουργός Παιδείας της Μεταπολίτευσης.
Εμοιαζε απολύτως εύλογο που το όνομά της βρισκόταν ανάμεσα σε εκείνα που ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σκεφτόταν σοβαρά για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον περασμένο Ιανουάριο.